Κυριακή 23 Δεκεμβρίου 2018

Χριστούγεννα τα ”σα εκ των σων”..

Ο στολισμός του δένδρου είναι καθαρά συμβολικός της ευτυχίας των ανθρώπων και της φύσεως με τη Γέννηση του Θεανθρώπου. Σύμφωνα με ερευνητές του αντικειμένου, το πρώτο στολισμένο δένδρο εμφανίστηκε στη Γερμανία το 1539 και τα πρώτα στολίδια ήταν συσκευασμένα φαγητά ή είδη ρουχισμού ή άλλα χρήσιμα είδη, που στο πέρασμα των χρόνων και με την άνοδο του βιοτικού επιπέδου εξελίχθηκαν μόνο σε διακοσμητικά αντικείμενα. Κατά την παράδοση ο πρώτος που στόλισε δέντρο ήταν ο Μαρτίνος Λούθηρος. Έχει εκφραστεί όμως και η άποψη ότι το έθιμο έχει ανατολίτικη προέλευση. Σύμφωνα με αυτή, ο Αναστάσιος Α' το 512 έχτισε στη Συρία έναν ναό με δύο ορειχάλκινα δέντρα.

🌲Το Δέντρο
Όσον και να φανεί περίεργο το Χριστουγεννιάτικο Δένδρο έλκει τις ρίζες του απο τον Βυζάντιο, όπως και η φάτνη καθώς ο και ο  :Santa 🎅 ή καθ ημας Άγιος Βασίλης. Πολύ ενωρίτερα δηλαδή απο το 1539 που οι Γερμανοί ανακάλυψαν το Δένδρο, εκείνα τα ” παλιόπαιδα τα ατίθασα” της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας στόλιζαν και στολιζόντουσαν Χριστουγεννιάτικα.

To Χριστουγεννιάτικο δένδρο και μάλιστα ως μετεξέλιξη της αρχαίας Ελληνικής «Ειρεσιώνης», όχι μόνο δεν απαγορευόταν στο Βυζάντιο όπως λάθος υποστηρίζουν ορισμένοι ”αρχαιόπληκτοι” αλλά αντιθέτως κατά την εορτή των Χριστουγέννων «…κατά διαταγήν του επάρχου της (κάθε) πόλεως, ου μόνον καθαρισμός των οδών εγένετο, αλλά και στολισμός διαφόρων κατά διαστήματα στηνομένων στύλων με δενδρολίβανα, κλάδους μύρτου και άνθη εποχής…» αναφέρεται απο τον
 Φαίδωνα Κουκουλέ, Τακτικό Καθηγητού του Πανεπιστημίου Αθηνών και Ακαδημαϊκού στο βιβλίο του «Βυζαντινών Βίος και Πολιτισμός»

Αξίζει να σημειωθεί ότι ένα επίλεκτο Βασιλικό Καβαλλαρικό (Ιπποτικό) Τάγμα της βυζαντινής ανακτορικής φρουράς το οποίο συμμετείχε με τελετουργικό ρόλο σε επίσημες αυτοκρατορικές τελετές – μεταξύ των οποίων και της τελετής των Χριστουγέννων – ήταν εκείνο της «Εταιρείας», το οποίο διαιρείτο σε «Μικρή», «Μεσαία» και «Μεγάλη Εταιρεία».

Την «Μικρή Εταιρεία» την αποτελούσαν αλλόθρησκοι!!!… (π.χ. εθνικοί, ειδωλολάτρες, μουσουλμάνοι κλπ).

Την «Μεσαία Εταιρεία» την αποτελούσαν αλλόδοξοι ή/και αλλοεθνείς Χριστιανοί (π.χ. Σκανδιναυοί, Γερμανοί, Ρώσοι, Άγγλοι κλπ).

Την «Μεγάλη Εταιρεία» την αποτελούσαν «Ρωμαίοι», δηλ. Έλληνες και Ρωμαίοι Ορθόδοξοι Χριστιανοί (Ρωμιοί).

Το πιθανότερο ήταν επομένως οι αλλοεθνείς/αλλογενείς Ιππότες της Μεσαίας Εταιρείας ήταν αυτοί που έκαναν ολη την δουλειά στην Ευρώπη.  Ηταν εκείνοι που μεταλαμπάδευσαν το έθιμο της «Ειρεσιώνης» (το οποίο μετεξελίχθηκε στους «Βυζαντινούς στηνόμενους στύλους με δενδρολίβανα, κλάδους μύρτου και ανθέων εποχής») στις αλλόδοξες Χριστιανικές χώρες από τις οποίες κατάγονταν.

Πάντως η ανάμνηση του βυζαντινού Χριστουγεννιάτικου στολισμού με στηνόμενους στύλους με δενδρολίβανα επιβίωσε στα Πρωτοχρονιάτικα κάλανδα: «Αρχιμηνιά κι αρχιχρονιά ψηλή μου ΔΕΝΔΡΟΛΙΒΑΝΙΑ…»
Δεν γνωρίζω εάν π.χ. στις Σκανδιναυικές χώρες φύονται δενδρολίβανα, αλλά τα κλαδιά του ελάτου που μοιάζουν πολύ με εκείνα του δενδρολίβανου θα μπορούσαν ίσως να αποτελούσαν το πιο πρόσφορο υποκατάστατό του που διαδόθηκε ευρέως στη Δύση και παρέμεινε μέχρι τις ημέρες μας ως χριστουγεννιάτικο Δένδρο . Μπορεί το Χριστουγεννιάτικο καραβάκι να μας αρέσει επειδη είμαστε λαός θαλασσινός αλλά σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει οτι το καραβάκι είναι περισσότερο ελληνικό απο το δέντρο.

 🎇Η Φάτνη
Αξίζει να σημειωθεί ότι και η φάτνη η οποία τοποθετείται στην βάση του Χριστουγεννιάτικου δένδρου αποτελεί επίσης  έθιμο από την εποχή του Βυζαντίου:
«Οι Βυζαντινοί κατά την ημέραν των Χριστουγέννων…εσχημάτιζον σπήλαιον και εν αυτώ ετοποθέτουν στρωμνήν εφ’ ής ετοποθέτουν παίδα, τον Ιησούν παριστάνοντα…»
Ομοίως και τα κάλανδα:
«…Οι Βυζαντινόπαιδες, περιερχόμενοι τας οικίας, από βαθείας πρωίας μέχρι δείλης οψίας, μετά αυλών και συρίγγων έλεγον τα κάλανδα…»( Επισης Φαίδωνος Κουκουλέ, «Βυζαντινών Βίος και Πολιτισμός)»

📐Κάλαντα
Περί των καλανδιστών κατά τα Χριστούγεννα κατά τον ΙΒ΄ αι. μαρτυρεί και ο Ι. Τζέτζης γράφων:

«…Και όσοι κατ’ αρχίμηνον την Ιανουαρίου και τη Χριστού γεννήσει δε και Φώτων ημέρα, οπόσοι περιτρέχουσι τας θύρας προσαιτούντες μετά ωδών και επωδών και λόγους εγκωμίων…».

🎅Αγιος Βασίλης (Santa)
Ομοίως ο Άη Βασίλης ή Santa για την Δύση  για τον οποίο ο κα­θη­γη­τὴς τῆς λα­ο­γρα­φί­ας Δ. Λου­κά­τος, στὸ βι­βλί­ο του «Χρι­στου­γεν­νι­ά­τι­κα καὶ τῶν γι­ορ­τῶν» γρά­φει μεταξύ άλλων ὅ­τι:

«…Ο δι­κός μας Ἅ­γιος Βα­σί­λης ἦ­ταν ἕ­νας κα­θα­ρὰ πρω­το­χρο­νι­ά­τι­κος Ἅ­γιος, κά­τι ἀ­νά­με­σα στὸν πραγ­μα­τι­κὸ Ἱ­ε­ράρ­χη τῆς Και­σα­ρείας καὶ σ’ ἕ­να πρό­σω­πο συμ­βο­λι­κὸ τοῦ Ἑλ­λη­νι­σμοῦ, ποὺ ξε­κι­νοῦ­σε ἀ­πὸ τὰ βά­θη τῆς Ἑλ­λη­νι­κῆς Ἀ­σί­ας, κι ἔ­φτα­νε τὴν ἴ­δια μέ­ρα σ’ ὅ­λα τὰ πλά­τη, ἀ­πὸ τὸν Πό­ντο ὡς τὴν Ἑ­πτά­νη­σο κι ἀ­πὸ τὴν Ή­πει­ρο ὡς τὴν Κύ­προ… Ἐ­κεῖ­νο ποὺ ἔ­φερ­νε στοὺς ἀν­θρώ­πους ἦ­ταν πε­ρισ­σό­τε­ρο συμ­βο­λι­κό: ἡ κα­λὴ τύ­χη κι ἡ ἱ­ε­ρα­τι­κὴ εὐ­λο­γί­α του… Ο Άη Βασίλης στην δι­κή μας (Βυζαντινή) πα­ρά­δο­ση, ήταν γε­λα­στός, ντυ­μέ­νος σαν βυ­ζαν­τι­νὸς πε­ζο­πό­ρος, μὲ σκου­φὶ …και στο χέ­ρι του κρα­το­ύ­σε ένα ρα­βδί.. Τὸ …μα­γι­κὸ ρα­βδί του, ἀ­π’ ὅ­που μὲ θαυ­μα­στὸν τρό­πο βλά­σται­ναν ἢ ζων­τά­νευ­αν κλα­διά καὶ πέρ­δι­κες, σύμ­βο­λα τῶν ἀν­τί­στοι­χων δώ­ρων, ποὺ θὰ μπο­ρο­ύ­σε νὰ μοι­ρά­σει στοὺς εὐ­νο­ου­μέ­νο­υς του (το ραβδί του Άη Βασίλη θα μπορούσε κάλλιστα να είναι ο άμεσος πρόγονος του Χριστουγεννιάτικου στολισμένου δένδρου…).­..Οἱ ἄν­θρω­ποι λὲς καὶ ζη­τοῦ­σαν τὴν εὐ­λο­γί­α του, μὲ τὸ νὰ μοι­ρά­ζουν ἀ­πὸ δι­κὴ τους πρό­θε­ση δῶ­ρα καὶ λε­φτά…γο­νεῖς καὶ συγ­γε­νεῖς ἔ­δι­ναν στὰ παι­διὰ τους μπου­να­μά­δες ἢ καὶ με­τα­ξύ τους τὰ δῶ­ρα…».

Όπως εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς μόνο ξενικά δεν είναι τα έθιμα του Χριστουγεννιάτικου δένδρου , της Φάτνης , των Καλάντων ,του Αγ Βασίλη κλπ. Το Βυζάντιο δάνεισε τα περισσότερα στην Ευρώπη είτε το θέλουμε , είτε  ξυνίζει,  σε όσου αρέσκονται  να βλέπουν το Βυζάντιο σαν κάτι ξένο . Εν είδη αντιδανείου τα ξανα πήραμε και εμείς .

Τα σα εκ των σων σοι προσφέρομεν
Μτφ: δηλαδή  κατακαημένο Βυζάντιο τα δικά σου  απο τα δικά σου Χριστούγεννα , προσφέρουμε.

Βυζαντινά Κάλαντα
Να βάλω και λιγο τα κάλαντα που έλεγα στο Βυζάντιο :

Άναρχος Θεός καταβέβηκεν,
και εν τη Παρθένω κατώκησεν.
Έρουρεμ, έρουρεμ
έρου, έρου, έρουρεμ, Χαίρε Δέσποινα!

Βασιλεύς των όλων και Κύριος
ήρθε τον Αδάμ αναπλάσασθαι.
Έρουρεμ, έρουρεμ
έρου, έρου, έρουρεμ, Χαίρε Άχραντε!

Γηγενείς σκιρτάτε και χαίρεσθε,
τάξεις των αγγέλων ευφραίνεσθε.
Έρουρεμ, έρουρεμ
έρου έρου έρουρεμ, Χαίρε Δέσποινα!

Δέξου Βηθλεέμ τον Δεσπότην σου,
Βασιλέα πάντων και Κύριον
Έρουρεμ, έρουρεμ,
έρου, έρου, έρουρεμ, Χαίρε Άχραντε!

Εξ Ανατολών Μάγοι έρχονται,
δώρα προσκομίζοντες άξια.
Έρουρεμ, έρουρεμ
έρου, έρου, έρουρεμ, Χαίρε Άχραντε!

Σήμερον η κτίσις αγάλλεται
και πανυγυρίζει και χαίρεται
Έρουρεμ, έρουρεμ
έρου, έρου, έρουρεμ, Χαίρε Άχραντε!

Ιωσήφ Τσιμισκής.
https://www.facebook.com/100008468681637/posts/2097466817212254/



Κυριακή 16 Δεκεμβρίου 2018

απο Χρυσάνθη Τσιλιπάκου.
Συνταγη της μανας μου ( Μαριγως), απο το Παλαιοχωρι Χαλκιδικης.

Κυριακή 25 Νοεμβρίου 2018


Κυριακή 18 Νοεμβρίου 2018

The only purpose for which power can be rightfully exercised over any member
of a civilized community, against his will, is to prevent harm to others
John Stuart Mill 1

The burden of proof is on the shoulders of whomever advocates legal coercion.
Joel Feinberg 2

Από το σχολείο ήδη μαθαίνουμε πως η ελευθερία μας σταματά εκεί που αρχίζει η ελευθερία των άλλων. Είναι μια φράση που εύκολα μπορεί να την απομνημονεύσεις αλλά δύσκολα να την εφαρμόσεις, εάν κρίνω από τις καθημερινές «συνοριακές διαμάχες» του γιου μου και της κόρης μου. Όλοι όμως θα συμφωνήσουν ότι η ελευθερία δεν μπορεί να είναι απεριόριστη και ότι ένας σοβαρός λόγος περιορισμού της είναι πως σε πολλές περιπτώσεις η κατανομή της αποτελεί παίγνιο σταθερού αθροίσματος (μια, έστω μικρή, αύξηση της ελευθερίας του ενός συνεπάγεται ανάλογη μείωση της ελευθερίας κάποιου άλλου). Ακόμα και στα πλέον φιλελεύθερα κράτη η ατομική ελευθερία δεν περιορίζεται μόνο προς χάριν της δικαιότερης κατανομής της. Δυστυχώς, υπάρχουν πολλά – ορισμένες φορές σοβαρά – επιχειρήματα για τον περιορισμό της και σε πολλές περιπτώσεις τόσο πειστικά ώστε να υιοθετούνται από αυτούς που λαμβάνουν αποφάσεις.

Ο John Stuart Mill στο πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου του Περί Ελευθερίας (1859) είχε επιχειρήσει να θέσει ένα όριο στον περιορισμό της ελευθερίας, ένα διάσημο πλέον όριο (σε ελεύθερη δική μου μετάφραση):

Ο μοναδικός σκοπός χάριν του οποίου νομιμοποιείται το κράτος να περιορίσει την ελευθερία του ατόμου παρά τη θέλησή του τελευταίου είναι για να αποτρέψει τη βλάβη σε άλλα άτομα. Δεν νομιμοποιείται όμως το κράτος να περιορίσει την ελευθερία του ατόμου για το «δικό του καλό» (σωματικό ή ηθικό). Δεν δικαιούται να το υποχρεώσει να κάνει ή να μην κάνει κάτι διότι υποτίθεται πως έτσι θα είναι καλύτερα γι’ αυτό ή διότι θα το κάνει ευτυχέστερο ή γιατί σύμφωνα με κάποιους έτσι είναι «πιο σωστό» ή «πιο σοφό». Το άτομο είναι κυρίαρχο πάνω στον εαυτό του, πάνω στο σώμα του και στο μυαλό του.
Αυτή είναι η περίφημη “αρχή της βλάβης” (harm principle) η οποία ακούγεται τόσο πειστική όσο και ασαφής. Ακόμα και για έναν φιλελεύθερο που την υιοθετεί με ενθουσιασμό, η λέξη «βλάβη» είναι πολύ γενική και σίγουρα δεν μπορεί να εφαρμοσθεί μηχανιστικά, όπως ίσως ήλπιζε ο Mill. Όλοι θα συμφωνήσουν πως η ανθρωποκτονία, η κλοπή, η σωματική βλάβη και η απάτη εμπίπτουν στην έννοια της «βλάβης». Όμως εάν αποφασίσω να κάψω την ελληνική σημαία μπροστά στον Άγνωστο Στρατιώτη ανήμερα της 25ης Μαρτίου, μπορεί να θεωρηθεί πως βλάπτω κάποιους; Εάν είμαι μέλος της Ku-Klux-Klan και κάψω σταυρούς μπροστά στα σπίτια μαύρων ή αν είμαι νεοναζιστής και παρελάσω μέσα από μια εβραϊκή συνοικία την ημέρα μνήμης του Ολοκαυτώματος; Εάν γράψω άρθρο κατηγορώντας τους Αλβανούς πως είναι από τη φύση τους κλέφτες; Εάν αποκαλύψω σε τηλεοπτική εκπομπή το κρυφό ημερολόγιο γνωστού μόδιστρου; Εάν δεν βοηθήσω κάποιον που πνίγεται αν και θα μπορούσα να το κάνω χωρίς να κινδυνεύσω ο ίδιος; Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις είναι εμφανές πως κάποιος βλάπτεται, ζημιώνεται, υποφέρει από τις πράξεις μου. Όμως ακόμα κι αν ανοίξω ένα κατάστημα πολύ κοντά σ’ ένα άλλο που παρέχει παρόμοια αγαθά ή υπηρεσίες είναι σίγουρο πως θα βλάψω τον ανταγωνιστή μου και εάν οργανώνω ρωμαϊκά όργια στο σπίτι μου είναι επίσης βέβαιο ότι θα ενοχλήσω πολλούς, ακόμα κι αν δεν τους προσκαλέσω ποτέ σ’ αυτά.

Ακούγεται εύλογη λοιπόν η αρχή του Mill, αλλά θα πρέπει να δούμε και πώς ορίζεται η βλάβη. Ακόμα και για συνεπείς φιλελεύθερους ο ορισμός δεν είναι καθόλου εύκολος. Αρκεί να θυμηθούμε πως το 1976 η μεγαλύτερη παγκοσμίως οργάνωση ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η American Civil Liberties Union (ACLU), έχασε σε μια μόνο μέρα τα μισά της μέλη, όταν αποφάσισε να υπερασπισθεί στα δικαστήρια το δικαίωμα των νεοναζιστών να παρελάσουν στην εβραϊκή συνοικία Σκόκι του Σικάγο. Όμως πολλές οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων (και στην Ελλάδα) ζητούν την παραδειγματική τιμωρία όσων εκφράζουν με άρθρα ρατσιστικές απόψεις στις εφημερίδες, ενώ πολλοί θα συμφωνούσαν πως το δικαίωμα στην ιδιωτική ζωή προηγείται του δικαιώματος της ελευθερίας της έκφρασης ακόμα και για τα δημόσια πρόσωπα.

Σύμφωνα με τον Feinberg, βλάβη είναι οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη πλήττει τις βασικές προϋποθέσεις για την ευημερία ενός ατόμου. Ο κίνδυνος της διασταλτικής ερμηνείας υπάρχει πάντα, αλλά το βάρος της απόδειξης το έχει αυτός που υποστηρίζει τον περιορισμό.


Κανείς άλλος δεν έχει συνεισφέρει τόσο στο διάλογο για το τι είναι βλάβη και το ποια είναι τα όρια της κρατικής παρέμβασης στην ατομική ελευθερία όσο ο Joel Feinberg (1926-2004). Ο Feinberg δίδαξε σε πολλά αμερικάνικα πανεπιστήμια (μεταξύ των άλλων στο Princeton και στο UCLA) μέχρι να καταλήξει στο Τμήμα Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου της Αριζόνα, όπου δίδαξε για 17 χρόνια μέχρι τη συνταξιοδότησή του το 1994. Το έργο του είναι πλουσιότατο, αλλά η μεγαλύτερή του συνεισφορά βρίσκεται στη φιλοσοφία του ποινικού δικαίου. Το περίφημο τετράτομο έργο του Τα Ηθικά Όρια του Ποινικού Δικαίου (The Moral Limits of the Criminal Law) που δημοσιεύτηκε από το 1984 έως το 1988 δικαιολογημένα θεωρείται ως ένα από τα σημαντικότερα έργα φιλοσοφίας του δικαίου του 20ου αιώνα.

Ο Feinberg ως κλασικός φιλελεύθερος θεωρεί καταρχήν πως το κράτος θα πρέπει να μην περιορίζει την ελευθερία των πολιτών παρά σε πολύ συγκεκριμένες περιπτώσεις όπου ο περιορισμός της νομιμοποιείται από ηθικές αρχές. Ασκώντας κριτική στις θεωρίες του καθήκοντος, επαναφέρει τη συζήτηση στα δικαιώματα 3 Εάν εννοούσε τα νομικά δικαιώματα (legal rights), το όλο επιχείρημα θα ήταν κυκλικό. θεωρώντας ότι σοβαρά μπορούν να συζητηθούν τέσσερις περιπτώσεις στις οποίες το κράτος νομιμοποιείται να περιορίσει την ελευθερία ενός ατόμου. Πιο συγκεκριμένα, όταν το άτομο:

1. βλάπτει σοβαρά κάποιο άλλο ή το υποβάλλει σε παράλογο κίνδυνο (αρχή της βλάβης / harm principle)
2. προσβάλλει ένα άλλο πρόσωπο με τις ενέργειές του (αρχή της προσβολής / offence principle), του δημιουργεί δηλαδή αισθήματα ντροπής, άγχους, αηδίας, αγανάκτησης, κλπ.
3. βλάπτει τον εαυτό του σωματικά, οικονομικά ή ηθικά (νομικός πατερναλισμός / legal paternalism)
4. αν και δεν βλάπτει ή ενοχλεί κανέναν, η συμπεριφορά του κρίνεται ως ανήθικη από την κρατούσα συμβατική ηθική (νομικός ηθικισμός / legal moralism)

Ο Alan Wertheimer θα προσθέσει άλλες τρεις περιπτώσεις περιορισμού της ελευθερίας:

5. σε περίπτωση που είναι απαραίτητο για την παροχή δημόσιων αγαθών (αρχή των συλλογικών αγαθών / collective benefits principle),
6. για λόγους δικαιοσύνης (αρχή της δικαιοσύνης / justice principle)
7. για να εξυπηρετηθούν οι ανάγκες άλλων ανθρώπων (αρχή της ανάγκης / need principle)

Οι εξαιρέσεις είναι τόσες πολλές που, αν υιοθετηθούν όλες, θα μετατρέψουν την ίδια την ελευθερία σε εξαίρεση. Ο Feinberg συζητά τις τέσσερις και καταλήγει πως μόνο οι δύο πρώτες (πολύ περισσότερο η αρχή της βλάβης) νομιμοποιούν ηθικά τον περιορισμό της ελευθερίας. Για τον Feinberg, ο φιλελευθερισμός αποκλείει κάθε άλλη αρχή παρέμβασης. Πολλοί ακραίοι φιλελεύθεροι (libertarians) θα δέχονταν μόνο την πρώτη αρχή και μάλιστα ερμηνεύοντάς την συσταλτικά. Οι ωφελιμιστές φιλελεύθεροι αντίθετα θα έβλεπαν με συμπάθεια τη δεύτερη και ιδιαίτερα την πέμπτη σε περιπτώσεις διλήμματος του φυλακισμένου.

Για τον Feinberg όμως αυτό που έχει ενδιαφέρον δεν είναι το πρόβλημα του κοινωνικού ελέγχου με όργανο το (ποινικό) δίκαιο, αλλά τα ηθικά όρια της κρατικής παρέμβασης, δηλαδή του περιορισμού της ελευθερίας από το κράτος. Σε αντίθεση με τους θετικιστές (όπως ο Hart) και τους οπαδούς του ουδέτερου φιλελεύθερου κράτους (όπως ο Rawls) ο Feinberg βλέπει την παρέμβαση αυτή ως ένα είδος επιβολής κοινώς αποδεκτών ηθικών αξιών, ιδιαίτερα των ηθικών δικαιωμάτων. Για τον Feinberg η ποινική διαδικασία είναι εγγενώς ηθική – την ονομάζει «μεγάλη ηθική μηχανή» (great moral machine). Το ποινικό δίκαιο δεν έχει δηλαδή σαν μοναδικό στόχο να αποτρέψει τη βλάβη, αλλά και να εκφράσει την ηθική απαξίωση της συγκεκριμένης βλάβης (expressive function of punishment).

Έτσι, σύμφωνα με τον Feinberg, βλάβη είναι οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη πλήττει τις βασικές προϋποθέσεις για την ευημερία ενός ατόμου. Ο κίνδυνος της διασταλτικής ερμηνείας υπάρχει πάντα, αλλά το βάρος της απόδειξης το έχει αυτός που υποστηρίζει τον περιορισμό. Στην περίπτωση της προσβολής (offence) θα θέσει μια σειρά κριτηρίων (μέγεθος προσβολής, αδυναμία αποφυγής της προσβολής από το θύμα, κίνητρα του δράστη, μέγιστη δυνατή προστασία της ελευθερίας της έκφρασης, κ.ά.) για να περιορίσει την εφαρμογή της κατά το δυνατόν. Απορρίπτει επίσης τον πατερναλισμό,4 δηλαδή την ποινικοποίηση της εκούσιας συμπεριφοράς που μπορεί να βλάψει τον ίδιο το δρώντα φυσικά, ψυχολογικά, οικονομικά, για ορισμένους ακόμα και ηθικά. Φυσικά απορρίπτει και το νομικό ηθικισμό, σύμφωνα με τον οποίο ορισμένες πράξεις είναι τόσο εγγενώς ανήθικες ώστε πρέπει να απαγορεύονται ακόμα και αν δεν βλάπτουν ή προσβάλλουν άμεσα κάποιον5 και λαμβάνουν χώρα ιδιωτικά από συναινούντες ενήλικες.

Αυτό που προκύπτει από το έργο του Feinberg (και όσων ακολούθησαν) είναι η περιπτωσιολογική πραγμάτευση της κάθε κατηγορίας παρέμβασης και της κάθε υποκατηγορίας εξαίρεσης. Όμως δύσκολα μπορεί κανείς να παραμείνει συνεπής χωρίς κάποια στάθμιση συμφερόντων, την οποία προσπάθησε επιμελώς να αποφύγει ο Feinberg, χωρίς απόλυτη πάντοτε επιτυχία. Άλλωστε, είναι γνωστό πως ο διάβολος κρύβεται στις λεπτομέρειες.

——————————————————————-
Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Cogito (τεύχος 2, Ιανουάριος 2005)

-Ο Αριστείδης Ν. Χατζής είναι Επίκουρος Καθηγητής Φιλοσοφίας Δικαίου & Θεωρίας Θεσμών στο Τμήμα Μεθοδολογίας, Ιστορίας & Θεωρίας της Επιστήμης του Εθνικού & Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών

1. John Stuart Mill, On Liberty (ch. 1) .
2. Feinberg (1988: 4).
3. Ως ηθικά δικαιώματα (moral rights) όμως, όχι νομικά. Η διαφορά είναι σημαντική διότι θεωρεί ως βλάβη την προσβολή των ηθικών δικαιωμάτων.
4. Ακριβέστερα, απορρίπτει τον απόλυτο πατερναλισμό (hard paternalism), διαχωρίζοντάς τον από τον ήπιο πατερναλισμό (soft paternalism) όπου η επιλογή δεν είναι εκούσια και συνειδητή.
5. Υποτίθεται όμως ότι προσβάλλουν έμμεσα, καταστρέφοντας τον κοινωνικό ιστό.

http://e-rooster.gr/05/2006/259

Παρασκευή 9 Νοεμβρίου 2018


Μας βάλανε και πολεμήσαμε,
βγάλαμε τα μάτια μας,
εσύ από εδώ, εγώ από την άλλη μεριά
Χάσαμε και οι δυό.
Ο άνθρωπος με τον άνθρωπο,
ο λύκος με το λύκο.
Τίποτα δεν απόμεινε εδώ πέρα…

από το ταξίδι στα «Κύθηρα» (1984)


 Περίπου 150 χρόνια πριν, μεταξύ του 1838-1840, ο Ιταλός περιηγητής Jakob Phillip Fallmerayer, στο πέρασμα του από την περιοχή μας και με προορισμό το Άγιο Όρος, περιέγραψε με  έκδηλο θαυμασμό το φυσικό κάλλος της βορειοανατολικής Χαλκιδικής, δίνοντας έμφαση  κυρίως στην μοναδικότητα  του δάσους του Κακάβου  με τους γιγαντιαίους κορμούς των καστανιών, τα πλατάνια, τις φουντουκιές και τους θάμνους από βελανιδιές, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει. Η μαρτυρία του αυτή βρίσκεται στο βιβλίο του με τίτλο...
 “Αποσπάσματα από την Ανατολή” στο πρώτο μέρος με θέμα “Το Άγιον Όρος” και συγκλονίζει. Είναι επίκαιρη όσο ποτέ, καθώς παράλληλα με την λεπτομερέστατη καταγραφή των όσων βλέπει, μέσα από έναν πύρινο λόγο κατακεραυνώνει αυτούς που μια μέρα θα έρθουν να καταστρέψουν τα δάση τούτα στο πλαίσιο της εκβιομηχάνισης. Στην ουσία αποτελεί μια δυσοίωνη πρόβλεψη για το μέλλον των δασών της περιοχής μας που δυστυχώς εκπληρώνεται στις μέρες μας.

Θα μπορούσε να είναι ένας σύγχρονος άνθρωπος της εποχής μας που σκέπτεται με τον ίδιο τρόπο με όσους αντιμάχονται στην δίχως προηγούμενο καταστροφή του φυσικού πλούτου αυτού του τόπου. ’Έννοιες διαχρονικές, στενά συνδεδεμένες μεταξύ τους όπως υπερηφάνεια, ελευθερία , τόλμη, ανεξαρτησία και αντίσταση που συναντά κανείς στο παρακάτω απόσπασμα έρχονται να εκφράσουν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τις αξίες και τα ιδανικά των ανθρώπων που αγαπάνε τον τόπο τους, σέβονται το περιβάλλον και το προστατεύουν με κάθε τρόπο ανεξάρτητα αν ζούνε σε διαφορετικές εποχές. 


Φωτογραφία της Κατερίνας Σειτανίδη
« … Από τη Λαρεγκόβη[i] χρειάζονται περίπου 9 ώρες καβάλα στο μουλάρι μέχρι την Ιερισσό, τον τέταρτο βραδινό σταθμό. Μπορεί κανείς να διαλέξει την αριστερή οδό, περνώντας από τα χαλκωρυχεία του Νίζβορου[ii], ή τη δεξιά, όπως εμείς, από το γραφικό χωριό Ραβανίκια[iii]. Και οι δύο διαδρομές προσφέρουν ρομαντικά τοπία και απέραντη θέα, ιδιαίτερα όταν ο οδοιπόρος, σκαρφαλώνοντας από το φυλλωτό αμφιθέατρο του Λογγοματιού[iv] πάνω από απότομες πλαγιές και θάμνους κομάρου έως την τελευταία κορυφή, βλέπει να εμφανίζεται μπροστά του ως δια μαγείας ο Άθως, με τη θάλασσα δεξιά και αριστερά – τα γαλάζια νερά του Σιγγιτικού και του Στελάρικου κόλπου[v], το νησί Θάσος και η ορεινή χερσόνησος του Λόγγου[vi] μέσα στο κύμα. Βαθιά επίσης κάτω στα πόδια του, επάνω στη στενή γλώσσα γης – με την κάποτε βαθιά διώρυγα – ανάμεσα στο οροπέδιο της Χαλκιδικής και το Άγιον Όρος, η κωμόπολη Ιερισσός, η Αρχαία Άκανθος, με την κατεστραμμένη Ακρόπολη και ο μοναχικός πέτρινος πύργος[vii] που στέκεται σ΄ένα χωράφι. Ερωτώ τους κυρίους Urquhart καιZachariα[viii], θυμούνται όντως, με ενθουσιασμό μέχρι σήμερα τα Ραβανίκια και το μεγάλο δάσος με τις καστανιές – τους γιγαντιαίους κορμούς τους, τα πηγάδια και τα ρυάκια να μουρμουρίζουν, τα πλατάνια, τις φουντουκιές, τους θάμνους  βελανιδιάς και τις σκιές αυτού του γραφικού δάσους; 

Φωτογραφία του Χρήστου Καραστέργιου
Ποιο αόρατο χέρι προστατεύει αυτό τον πράσινο παράδεισο από τα νύχια της βιομηχανίας; Μήπως η φύση μόνο στην ερημιά κατορθώνει να ξεδιπλώσει όλο το μεγαλείο του δυναμισμού της; Ίσως ο ίδιος πράσινος πλούτος να κάλυπτε παλιότερα τις οροσειρές γύρω από την Θεσσαλονίκη, το φαλακρό ορεινό στεφάνι γύρω από τον πλατύ θεσσαλικό κάμπο, ιδιαίτερα όμως τον Υμηττό που αγναντεύει σήμερα μελαγχολικά – μοναχικά την Αθήνα, εν μέρει ακόμη και το αποξηραμένο έδαφος της Αττικής! Βάλτε λοιπόν φωτιά και στα δάση του Άθωνα, κόψτε τους γίγαντες του παρθένου δάσους στα Ραβανίκια (Μεγάλη Παναγιά) και σύντομα εξοντώνοντας τον πράσινο πλούτο, θα στερέψει και το ρυάκι, θα ξεραθούν οι μαστιχιές, θα έχετε όμως χαρίσει τις τέχνες της εποχής μας σε έναν λαβύρινθο που δεν έχει βεβηλωθεί ακόμη, θα έχετε κοσμικοποιήσει την έδρα της πιο γαλήνιας απόλαυσης, με τσεκούρι και πυρκαγιά. Σαν ξεθωριασμένες, κουρελιασμένες δυτικές ψυχές που είστε, σπεύστε καλύτερα στην Κολχίδα, στον Άθωνα, εισπνεύστε την ευωδιά των αειθαλών δασών, εφόσον είστε ακόμη σε θέση να τα εκτιμήσετε! Εδώ βρήκε η Μήδεια το μαγικό φίλτρο που ξύπνησε Ιωλκό και Κόρινθο σαν νέες δυνάμεις. Χωρίς δάσος δεν υπάρχει απόλαυση για τον άνθρωπο. Και
                                oι ίδιοι οι Θεοί κατοικούσαν κατά προτίμηση σε σκοτεινά δάση:
                                                      ...habitarunt Di quoque  silvas.

Φωτογραφία της Κατερίνας Σειτανίδη.
Ποιος  έχει την δύναμη του λόγου για να γλιτώσει τα στεφανωμένα με κλήμα πλατάνια της Κολχίδος και τον πλούτο της καστανιάς στην πύλη του Αγίου Όρους, από την πείνα και το φονικό ατσάλι της δυτικής «κουλτούρας»! Το ξέρω – εδώ σας μιλάω ως οικολόγος, ως προστάτης των δασών, για να ξεσηκώσω αντίσταση ενάντια στους μηχανισμούς του αιώνα και στο κυνήγι της ευτυχίας, που χαρακτηρίζει τη σύγχρονη εποχή. Όμως η μοναξιά του δάσους κάνει τις ψυχές υπερήφανες και εμπνέει τολμηρές σκέψεις, κόντρα στην δειλία του σημερινού κόσμου. Στη σιωπή των φύλλων λοιπόν – θυμάστε την εισαγωγική σκηνή – καθόμασταν κάτω από πράσινη φυλλωσιά δίπλα στο ρυάκι, απολαμβάνοντας το λιτό μας γεύμα. Τα ζώα και οι οδοιπόροι παραδίδονταν στην μεσημεριάτικη σιέστα και σχεδόν με πιάνανε τα γέλια όταν, κυριευμένος από το συναίσθημα της ανεξαρτησίας την οποία χαρίζει το δάσος, σκεπτόμουν πόσες φορές ο δυτικός άνθρωπος κυνηγάει – από άγνοια της αληθινής ευτυχίας – φαντάσματα και πόσο συχνά, για χάρη ψεύτικης λάμψης ή για άλλο ανόητο αντάλλαγμα πουλάει την τιμή, την περιουσία και την ευχαρίστησή του. Ο ήλιος βρισκόταν ήδη κάτω απ΄ τον ορίζοντα και ευχαριστημένοι με το έργο και τις σκέψεις της ημέρας μπήκαμε στο χάνι της Ιερισσού».

Φωτογραφία του Χρ. Καραστέργιου,


[i] Λαρεγκόβη είναι η Λιαρίγκοβη, η σημερινή Αρναία.
[ii] Νίζβορος είναι ο Ίσβορος, η σημερινή Στρατονίκη.
[iii] Ραβανίκια είναι τα Ρεβενίκια, η σημερινή Μ. Παναγία.

[iv] Λογγομάτι είναι το σημερινό Γομάτι.
[v] Στελάρικος κόλπος- κόλπος του Στελαρίου, λεγόταν ο κόλπος της Ιερισσού.
[vi] χερσόνησος Λόγγου, είναι η χερσόνησος της Σιθωνία.
[vii] Ο μοναχικός πέτρινος πύργος στην Ιερισσό ήταν ο πύργος του Κοτσακίου, πίσω από το 1ο Δημοτικό σχολείο.
[viii] Ο Urguhart & Zachariä ήταν περιηγητές που επισκέφτηκαν στις αρχές του 19ου αιώνα την ΒΑ Χαλκιδική και τον Άθω.

Κείμενο: ΒΙΒΗ ΛΕΜΠΙΔΑ & ΧΡΗΣΤΟΣ ΚΑΡΑΣΤΕΡΓΙΟΣ

Σάββατο 27 Οκτωβρίου 2018


Με αφορμή τις σκέψεις μου για την παρέλαση, έλαβα πολλά μηνύματα από ανθρώπους που ήταν αδιάφοροι για την παρέλαση ή ακόμη και κατά της και έλεγαν -αντιγράφω αυτολεξεί- ότι “είδαν τα πράγματα κάτω από ένα άλλο πρίσμα”, “δεν το είχαν σκεφτεί έτσι, αλλά έτσι είναι”, “κάτι ξύπνησε μέσα τους”, “κάποιος έβαλε σε λόγια αυτό που ήθελαν να πουν”, “κάποιος να έβαλε σε τάξη τις δικές τους σκέψεις.”

Σε όλους ανεξαιρέτως, η απάντησή μου ήταν ότι δεν έγραψα κάτι καινούργιο, απλώς ξαναθύμισα αυτά που είχαμε όλοι μέσα μας.

Σε κάποια άλλα μηνύματα λοιπόν με ρωτούσαν για ποιο λόγο κατά τη γνώμη μου γιορτάζουμε στις δύο μεγάλες μας εθνικές επετείους την έναρξη του πολέμου και όχι τη λήξη του, ή την απελευθέρωση, όπως κάνουν όλοι οι άλλοι.

Βρε παιδιά της Ελλάδας παιδιά, εμείς δεν είμαστε σαν τους άλλους! ΘΥΜΗΘΕΙΤΕ:

Ο Έλληνας δεν αισθάνεται δούλος γιατί δεν υποδουλώθηκε ποτέ πραγματικά. Στα χρόνια της Ρωμαϊκής κατοχής ”ο κατακτημένος κατέκτησε τον κατακτητή με το πνεύμα του...”

Ακόμα και στα 400 χρόνια της Τουρκοκρατίας, δεν έχασε το μπούσουλα. Διατήρησε τη συνοχή του μέσα του. Διατήρησε το ελληνικό του στίγμα ακόμα και τη στιγμή που δεν υπήρχε σπιθαμή γης ελληνικής.

Μιλάει τη "μουσική γλώσσα των Αγγέλων" εδώ και χιλιάδες χρόνια, αυτήν που έγινε τροφός για όλες τις άλλες γλώσσες.

Ο Έλληνας είναι ο Αμάραντος και “φυτρώνει μες στα δύσβατα, στις πέτρες, στα λιθάρια”.

Είναι το “κυκλάμινο στου βράχου τη σχισμάδα που παίρνει χρώματα κι ανθεί και μίσχο και σαλεύει” από ”της Δικαιοσύνης τον ήλιο τον Νοητό.”

Ο Έλληνας δεν έχει υπάρχοντα. Η μόνη του περιουσία είναι η καρδιά του κι η ψυχή του η οποία ποτέ ανα τους αιώνες δεν κατέστη δυνατό να τιθασευτεί.

“Ολα να του τα κάψεις, πέτρα στην πέτρα να μην του αφήσεις”, δεν θα παραδοθεί.

"Ενα αμπέλι, μια ελιά κι ένα καράβι" και ξαναφτιάχνει την Ελλάδα του.

Έσκυψε, γονάτισε να μαζέψει δυνάμεις και περίμενε άλλοτε υπομονετικά άλλοτε ανυπόμονα “πότε θα κάνει ξαστεριά” για να “πεταχτεί από ξαρχής να αντρειέψει και να θεριέψει”. Κι ας είχε πάντα “το σουγιά στο κόκκαλο και το λουρί στο σβέρκο.”

Ξέρει πως ακόμα κι αν είναι μόνο “ένα το χελιδόνι” και θα την πληρώσει πανάκριβα, η Άνοιξη θα έρθει. Δεν μπορεί να κάνει αλλιώς.

Γιατί “σε τούτα εδώ τα μάρμαρα κακιά σκουριά δεν πιάνει”.

Κι ο ήλιος θα γυρίσει κι ας “θέλει δουλειά πολλή” κι ας θέλει “νεκρούς χιλιάδες να ναι στους τροχούς” κι ας “θέλει κι οι ζωντανοί να δίνουν το αίμα τους”.

Δε θα το τσιγκουνευτεί.

Δε θα χειροκροτήσει ποτέ από φόβο επί ώρες χαμογελώντας σε παράταξη, κι ούτε θα βάλει τα ψεύτικα κλάματα να στηθοδέρνεται από συγκίνηση τάχα, μόλις δει τον αρχηγό - δυνάστη που του έκατσε μπάστακας στο μπαλκόνι.

Δε θα παραδώσει τα όπλα του σε ένδειξη υποταγής στον πρώτο μοτοσυκλετιστή του εχθρού που ήρθε να τα ζητήσει. “Ελα να τα πάρεις” θα του πει.

Ο Έλληνας θα περιγελάσει τον εχθρό που τον πετσοκόβει. Δεν θα κωλώσει από το μέγεθος του αντιπάλου αλλά θα πολεμήσει “υπό σκιάν” κάτω από τα χιλιάδες εχθρικά βέλη αν χρειαστεί.

Θα ρωτήσει με αυθάδεια τον ”μπούτζον του” αν πρέπει να πολεμήσει και αυτό θα απαντήσει στον φοβερό και τρομερό πασά που του ζητάει να συνθηκολογήσει, βρίζοντάς του ό,τι έχει και δεν έχει! Κι ας είναι σε δεινή θέση!

Θα κοροϊδέψει όσο δεν παίρνει τη στολή του Ντούτσε μ όλα της τα φτερά και τα πούπουλα, που του ήρθε “μια νύχτα με φεγγάρι την Ελλάδα μας να πάρει, βρε το φουκαρά...”

Θα αναρωτηθεί γελώντας ¨τίνος είναι βρε γυναίκα τα παιδιά που το'να του φωνάζει si και τ' άλλο του φωνάζει ya“ με τόσους που του έκατσαν στο σβέρκο, μα θα ξέρει πως “το τρίτο είναι το δικό μας, γαμώ το κέρατό μας αγάπη μου γλυκειά” και για αυτά τα παιδιά του θα πολεμήσει.

Θα σηκώσει το ακόντιο όχι για την πάρτη του, αλλά “για την Ελλάδα ρε γαμώτο”.

Γιατί όταν ο Έλληνας “αισθανθεί δυνατός, τότε γίνεται αδυσώπητος τιμωρός...”

Κι η Ελληνίδα δε θα κρυφτεί ποτέ. Θα μπει μπροστά και θα παρακινήσει: “Σέρνει τουφέκια στην ποδιά, φυσέκια στο ζωνάρι και το παιδί στην αγκαλιά και πρώτη από όλους πάει...”

Για μας τους Έλληνες, η στιγμή που μπαίνουμε στο μυστηριακό εκείνο ταξίδι κι αποφασίζουμε να πούμε ΟΧΙ, είναι και η στιγμή που καθορίζει το τέλος.

“Μην καταδέχεσαι να ρωτήσεις:
Νικήσαμε; Νικηθήκαμε; Πολέμα!”

Και πολεμάει.
Ενάντια σε όσα τον πνίγουν γιαυτό και φωνάζει ΑΕΡΑΑΑΑΑΑ

Ο πόλεμος και η έκβασή του δεν τον νοιάζουν πραγματικά γιατί μέσα του είναι ήδη νικητής. Είναι ελεύθερος.

Του το λένε οι αρχαίοι θεοί του οι Δώδεκα, του το λέει κι ο Ενας, ο Μοναδικός. Είσαι ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ! “πάντας ελευθέρους αφήκε θεός, ουδένα δούλον η φύσις πεποίηκε.”

Είναι εκείνη η μαγική στιγμή που ορθώνεις το ανάστημά σου και δε σε νοιάζει αν ο εχθρός είναι χίλιες φορές μεγαλύτερος από σένα, αν τα βέλη του μπορούν να σκεπάσουν τον ήλιο, αλλά παίρνεις την απόφαση ότι ή θα είσαι ελεύθερος ή “θα δειπνήσεις στον Αδη” παρέα με τους συμπολεμιστές σου.

“Για δε μ' αφήνετε ήσυχο; Αστε με ήσυχο όλοι.
Θέλω να ζήσω ελεύθερος δίχως ταυτότητα πια”

Κι ο φόβος φεύγει. Και κοιτάει τον άλλον ευθεία στα μάτια. Αυτό το βλέμμα που παγώνει τον εχθρό:

“Αλίμονο Μαρδόνιε, με ποιους μας έφερες να πολεμήσουμε;”

Ε, αυτωνών τα παιδιά και τα εγγόνια είμαστε. Ας το θυμηθούμε. Και μη μου πείτε δεν τους μοιάζουμε σε τίποτα, από κοντά περάσαμε και τέτοια. Δεν το πιστεύω.

“Ω! τριακόσιοι! Σηκωθήτε
και ξανάλθετε σ' εμάς
τα παιδιά σας θελ' ιδήτε
πόσο μοιάζουνε με σας...”

Επειδή με συνεπήρε ο οίστρος ως συνήθως, δεν ξέρω αν καταλάβατε τι γίνεται τελικά εδώ:

Οι άλλοι λαοί γιορτάζουν τη λήξη του πολέμου ή την απελευθέρωσή τους. Εμείς γιορτάζουμε τη στιγμή που υψώνουμε το ανάστημά μας.

Από αυτή τη στιγμή, είμαστε ήδη ΕΛΕΥΘΕΡΟΙ.

Στο κείμενο με βοήθησαν λίγο, κάτι αρματωλοί, κάτι κλέφτες, μια Σπαρτιάτισσα μάνα, κάτι αντιστασιακοί παλιοί και καινούργιοι, ο Βρεττάκος, ο Οράτιος, ο Αισχύλος, ο αρχαίος ποιητής Αλκιδάμας, ο Ελύτης, ο Ρίτσος, ο Καζαντζάκης, ο Σολωμός, ο Κάλβος, η Μπουμπουλίνα, ο Κολοκοτρώνης, ο γιος της καλογριάς ο Καραϊσκάκης, η Τζαβέλαινα, η Πατουλίδου, η Τσανακλίδου, ο Λεωνίδας, ο Διηνέκης, ο Ηρόδοτος, ο Μίκης (κι ο Ζέζας κι ο Θεοδωράκης) κι άλλοι πολλοί.

Μα πιο πολύ με βοήθησαν τα παιδιά μας, τα πιτσιρικάκια μας εδώ στο εξωτερικό που όταν ακούνε μουσική στο ρεφρέν ξαφνικά φωνάζουν πιο δυνατά:

“...Δε σε φοβάμαι, δε σε φοβάμαι,
με την Ελλάδα εγώ ξυπνάω και κοιμάμαι...”

Το ΄χω και σε βίντεο, άμα δεν με πιστεύεις...

Αννυ Λιγνού 26/10/2018
https://m.facebook.com/story.php?story_fbid=10217960622426773&id=1221334216 

Τρίτη 23 Οκτωβρίου 2018




ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ ΣΤΙΣ 23 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ ΤΟΥ 1907 ΚΑΙ ΠΕΝΤΕ ΧΡΟΝΙΑ ΠΡΙΝ Ο ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΣΤΡΑΤΟΣ ΛΥΤΡΩΣΕΙ ΤΑ ΕΔΑΦΗ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΜΑΣ: Το ανταρτικό σώμα του Ανθυπολοχαγού Δ. Κοσμοπούλου προσβάλλει, κοντά στην Ασπροβάλτα της περιοχής του Λαγκαδά, συνοδεία Τούρκων χωροφυλάκων που προστατεύει Βουλγάρους αποίκους, οι οποίοι κατευθύνονται προς το Άγιο Όρος. Σκοτώνονται 27 Βούλγαροι, ενώ οι υπόλοιποι υποχρεώνονται να επαναπατριστούν. Εξαιτίας αυτού του γεγονότος κανένας άποικος δεν τολμά να κατέλθει προς τη Χαλκιδική.
Κατά τη διάρκεια του Μακεδονικού Αγώνα ο στρατηγός Δημήτρης Κοσμόπουλος (Κουρμπέσης), νέος ανθυπολοχαγός τότε, ως διοικητής σώματος στρατού, επέδειξε ηρωισμό εναντίον των Τούρκων και Βουλγάρων και με τις νίκες του συνέβαλε στην απελευθέρωση της Μακεδονίας.
«Εις την περιοχήν Λαγκαδά-Χαλκιδικής η Ελληνική επικράτησις υπήρξε πληρεστάτη. Εις αυτήν από του Φεβρουαρίου 1906 εγκατεστάθη ως αρχηγός ο Ανθυπολαχογός του Πεζικού Κοσμόπουλος Δημήτριος (Κουρμπέσης), εις αντικατάστασιν του Επιλοχίου Μηχανικού Παπαγεωργίου Ανδρέα (Βελίτσα). Ολόκληρος η Χαλκιδική και άι γειτονικαί πρός αυτήν περιοχαί Νιγρίτης και Λαγκαδά είχον πλήρως εκκαθαρισθή από τους πράκτορας των βουλγαρικών κομιτάτων και είχον οργανωθή αποδοτικώς διά τον Ελληνικόν αγώνα…
Περιοχή Χαλκιδικής (Το Σώμα Κοσμοπούλου)»169. Εις την περιοχήν Χαλκιδικής εξηκολούθησε να δρά το σώμα του Ανθυπολοχαγού Κοσμοπούλου (Κουρμπέση) με οπλαρχηγούς τους Λοχίας του Πεζικού Παπακώσταν Βασίλειον και Γαλανόπουλον Γεώργιον. Κυρία αποστολή του σώματος τούτου ήτο η αποκοπή της οδού προς Αγιον Ορος, όπου υπό το πρόσχημα προσκυνητών, εργατών, υλοτόμων και ξυλανθρακοποιών μετέβαινον κατά εκατοντάδας οι Βούλγαροι. Πολλοί εξ αυτών διεσκορπίζοντο εις τα χωριά της Χαλκιδικής και προσεπάθουν να εγκατασταθούν μονιμώτερον, δημιουργούντες βουλγαρικήν κοινότητα. Την διείσδυσιν αυτήν προς Χαλκιδικήν και Αγιον Ορος εσυνέχισαν οι Βούλγαροι και κατά το έτος 1907 υπό την προστασίαν των Τουρκικών Αρχών.»Την 23ην Οκτωβρίου ο Ανθυπολοχαγός Κοσμόπουλος επληροφορήθη εκ Νιγρίτης ότι εκ του ευρισκομένου βορείως αυτής χωρίου Φυτόκι διήλθον 100 Βούλγαροι, οι οποίοι συνωδεύοντο υπό Σοβαρήδων (έφιππους Τούρκους χωροφύλακες) και κατηυθύνοντο πρός Αγιον Ορος.
Ο Κοσμόπουλος ευθύς ως έλαβε την πληροφορίαν, εκίνησε αμέσως το σώμα του και τους ενόπλους πολιτοφύλακες της περιοχής με κατεύθυνσιν το δρομολόγιον της συνοδείας, την οποίαν κατέφθασε παρά το χωριόν Ασπροβάλταν. Αφού δε εφώπλισε και εξουδετέρωσε τους Τούρκους σοβαρήδες, εφόνευσεν είκοσι επτά εκ των σημαντικωτέρων Βουλγάρων, τους υπολοίπους δε εξηνάγκασε να επανέλθουν εις τας πατρίδας των.
Το γεγονός τούτο κατετάραξε τα βουλγαρικά κομιτάτα και έκτοτε ουδείς Βούλγαρος απετόλμησε να κατέλθη πρός Χαλκιδικήν. »195. Την περιοχή Χαλκιδικής εξηκολούθησε να διευθύνη μέχρι του Φαβρουαρίου 1908 ο Ανθυπολοχαγός, οπότε αντικαταστάθη από τον Λοχίαν του Πυροβολικού Παπατζανετέαν Παναγιώτην».

* «Ο Μακεδονικός Αγώνας και τα εις Θράκην γεγονότα», έκδοση του Γενικού Επιτελείου Στρατού, 1979 (σελ. 229, 269, 297).


Δευτέρα 22 Οκτωβρίου 2018



Όπως γνωρίζουμε, ο ευρύτερος ιστορικός χώρος μέσα στον οποίο επέλεξε ο Θεός να πραγματοποιηθεί η ενανθρώπιση Του, ήταν έντονα σημαδεμένος από την ελληνική γλώσσα και το ελληνικό πνεύμα. Η πρώτη Εκκλησία, λοιπόν, γεννιέται και αναπτύσσεται μέσα στα όρια της εξελληνισμένης ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Είναι χαρακτηριστικό το ότι από τα 27 κείμενα της Καινής Διαθήκης, μόνο το πρώτο, το Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, γράφτηκε πρωτοτύπως στην αραμαϊκή γλώσσα. Όλα τα άλλα κείμενα, γράφτηκαν όλα πρωτοτύπως στην ελληνική.
Γιατί όμως η Εκκλησία, όχι μόνο με τα Ευαγγέλια αλλά και με το έργο των μετέπειτα μεγάλων Πατέρων της, επέλεξε αυτή την γλώσσα για να διατυπώσει την αλήθειά της; Καταρχήν επειδή ήταν γλώσσα οικουμενική, την οποία μιλούσαν οι περισσότεροι λαοί παράλληλα με τη μητρική τους γλώσσα. Αλλά κυρίως γιατί ήταν μια γλώσσα ακριβείας, μια γλώσσα με την οποία μπορούσε να διατυπωθεί η των πραγμάτων αλήθεια κατά τρόπο που να μην αφήνει περιθώρια παρερμηνειών. Και δε είναι τυχαίο που στην διάρκεια της ιστορίας οι λαοί που αποκόπηκαν από την ορθόδοξη πίστη ήταν εκείνοι που πρώτα είχαν αποκοπεί από τη ελληνική γλώσσα. Και χάνοντας τη γλώσσα, δεν είχαν πλέον τρόπο να κατανοήσουν και να εκφράσουν την ακρίβεια των ορθοδόξων δογμάτων, με αποτέλεσμα να πέφτουν στις αιρέσεις.
Ήδη από τον Απόστολο Παύλο, είναι φανερό ότι ο Ελληνισμός στην επαφή του με τον Χριστό, πεθαίνει για να αναστηθεί «εν ετέρα μορφή». Ο Ελληνισμός αποκτά μια καινούργια ταυτότητα με την οποία πολιτογραφείται ξανά μέσα στην ιστορία. Είναι πια ένας Χριστιανικός Ελληνισμός. Και ο άμεσος φορέας και θεματοφύλακας αυτής της ταυτότητας είναι η Εκκλησία.
Αυτή η ταυτότητα εκφράζεται, δια μέσου των αιώνων, μέσα από την πατερική παράδοση της Εκκλησίας. Έξω από το πνεύμα αυτής της παραδόσεως καραδοκεί όχι μόνο η αίρεση, αλλά και οι ιστορικές περιπέτειες. Και δεν είναι τυχαίο που πολλές από τις συγκρούσεις που γνώρισε το γένος μας στην ιστορική του διαδρομή οφείλονταν ακριβώς στην διατάραξη αυτής της φωτισμένης ισορροπίας και στη διεκδίκηση μιας αλλοτριωμένης ελληνικότητας. Όπως για παράδειγμα η παλινδρόμηση του Ιουλιανού τον 4ο αιώνα προς τον παγανισμό, η αντίθεση Πλήθωνα Γεμιστού και Γεννάδιου Σχολάριου, ή ακόμα η αντιπαράθεση Κοραή - Κολλυβάδων το 19ο αιώνα. Ή ακόμα και τα, κάπως γραφικά για την ώρα, κρούσματα νεοπαγανισμού που παρατηρούνται στη σημερινή Ελλάδα.
Η χριστιανική ταυτότητα του Ελληνισμού, την οποίαν θεμελίωσαν οι πατέρες της Εκκλησίας κατά τους πρώτους αιώνες, προσλαμβάνει οικουμενικές διαστάσεις μέσα από ένα πολιτισμικό μέγεθος που οι ιστορικοί της Δύσης αποκαλούν βυζαντινό πολιτισμό και που ο ίδιος αυτοαποκαλείτο Ρωμανία.
Το κράτος της Ρωμανίας αποτελείται από μια πανσπερμία φυλών και εθνοτήτων. Παρ' όλ' αυτά φτάνει σε μια αξιοθαύμαστη ενότητα όπου όλοι είναι απλώς Ρωμηοί, χάρη στο «ομόδοξον», δηλαδή χάρη στην κοινότητα της πίστης. Ανεξαρτήτως τόπου καταγωγής, φυλής, ή ακόμα και γλώσσας. Γιατί, παρ' όλο που η χριστιανική αυτή αυτοκρατορία μιλά Ελληνικά, συνεχίζουν να υπάρχουν και τοπικές γλώσσες.
Είναι ενδεικτικό ότι τόσο οι Πατριάρχες όσο και οι Αυτοκράτορες της βυζαντινής περιόδου, προέρχονταν από διάφορες φυλές και τόπους καταγωγής, χωρίς αυτό να δημιουργεί οποιοδήποτε πρόβλημα, αφού ο βαπτισμένος ήταν και Ρωμαίος πολίτης. Η συναίσθηση του ανήκειν στην Εκκλησία, εκμηδένιζε τις φυλετικές διαφορές και δημιουργούσε συνείδηση ισότητας και κοινής καταγωγής.
Η ταυτότητα για την οποία μιλούμε, λοιπόν, δεν έχει να κάνει με τα γονίδια της φυλής, όπως λέει μια σημερινή άποψη. Είναι ένας τρόπος ζωής κι ένα σύνολο βιωμάτων. Κρατώντας αυτή την ταυτότητα, το λεγόμενο Βυζάντιο διανύει μια θαυμαστή ιστορική διαδρομή ολόκληρης χιλιετηρίδας. Και σ' όλη αυτή τη διαδρομή, συνεχίζει να εκλεπτύνει και να καλλιεργεί την ελληνική γλώσσα, δίνοντας απαράμιλλα κείμενα.
Κι όπως έδειξε η ιστορία, η ταυτότητα αυτή αποδείχτηκε ισχυρότερη και από αυτή την αυτοκρατορία. Μετά την άλωση, το υπόδουλο γένος συνεχίζει να προχωρά στον ίδιο άξονα ζωής μέσα στην Τουρκοκρατία. Η Εκκλησία απομένει πια ο μοναδικός θεσμός στον οποίο έχει πρόσβαση. Το οθωμανικό σύστημα διοίκησης, το οποίο βασίζεται στην αρχή του «μιλλέτ», δηλαδή στην αναγνώριση ταυτότητας βάσει της θρησκευτικής πίστης, ευνοεί έναν πιο ενισχυμένο ρόλο της Εκκλησίας. Στο ρωμαίικο μιλλέτι περιλαμβάνονται Έλληνες, Βλάχοι, Μολδαβοί, Σλάβοι, Αλβανοί Άραβες και άλλοι.
Έτσι, μετά την άλωση, ο Πατριάρχης ανακηρύσσεται «μιλλέτ-μπασής», δηλαδή Εθνάρχης των Ρωμηών. Και η Εκκλησία, από φορέας της ταυτότητας και της γλώσσας, αναλαμβάνει ρόλο κοινωνικό και πολιτικό, υποκαθιστώντας, κατά κάποιο τρόπο, το απωλεσθέν κράτος. Όταν όλα έχουν καταρρεύσει, όταν οι κοσμικοί άρχοντες και διανοούμενοι της εποχής αφήνουν το λαό τους και φεύγουν για τις μεγάλες δυτικές πρωτεύουσες, η Εκκλησία παραμένει αυτό που ήταν πάντα για το λαό της: μια μεγάλη αγκαλιά.
Στην Τουρκοκρατία, λοιπόν, μέσα από την Εκκλησία, η ελληνική ταυτότητα και γλώσσα, συνεχίζουν την ιστορική τους πορεία, παρά τις δυσκολίες και τα σκαμπανεβάσματα. Μια ταυτότητα που ανιχνεύεται στη λαϊκή ποίηση, στο λαϊκό ήθος, στην ορθόδοξη εικονογραφία και τη ναοδομία. Αλλά και στον καθημερινό τρόπο ζωής, στη μουσική, στις λαϊκές φορεσιές, στην κοινοτική οργάνωση, τους συνεταιρισμούς. Στους αιώνες της μεγάλης δοκιμασίας, φάνηκε καθαρά πως η ταυτότητα είναι κυρίως στάση ζωής και βίωμα, και όχι ιδεολογικά η φυλετικά κριτήρια. Με την εκκλησιαστική πίστη ξεχώριζε ο Έλληνας από τον Τούρκο ή τον «Φράγκο»: Με τη νηστεία, τη γιορτή, τον αγιασμό κάθε μήνα, με το καντήλι και το εικονοστάσι σε κάθε σπίτι, το ζύμωμα του πρόσφορου. Αλλά και με το χορό στο πανηγύρι του Αγίου, με την εφαρμογή του εκκλησιαστικού ήθους στο εμπόριο και τις συναλλαγές, εντέλει με την εναπόθεση κάθε χαράς και κάθε λύπης στην Εκκλησία.
Μεταξύ των άλλων λειτουργημάτων που αναλαμβάνει η εθναρχούσα Εκκλησία στην τουρκοκρατία, είναι και αυτό της παιδείας. Εκτός από την Πατριαρχική Σχολή που συνέχισε χωρίς διακοπή τη λειτουργία της και μετά την άλωση, η Εκκλησία ιδρύει σχολεία σε διάφορες περιοχές και ιδρύει το πρώτο τυπογραφείο στο Πατριαρχείο.
Τα ίδια ίσχυαν σε γενικές γραμμές και στην Κύπρο, όπου η περίοδος της οδύνης άρχισε με τη Λατινοκρατία τον 12ο αιώνα και συνεχίστηκε με την Τουρκοκρατία και την Αγγλοκρατία. Στο πλαίσιο της γενικής προσπάθειας της Εκκλησίας να διατηρήσει ζωντανά τα ελληνικά γράμματα πρέπει να θεωρήσουμε και την ίδρυση των πρώτων σχολείων στην Κύπρο, με πρώτο το περίφημο Παγκύπριο Γυμνάσιο στα 1812. Η προσπάθεια αυτή συνεχίζεται και κατά τη διάρκεια της Αγγλοκρατίας, όπου η Εκκλησία αναλαμβάνει πλήρως την παιδεία του σκλαβωμένου νησιού. Είναι δε χαρακτηριστικό ότι ακόμα και μέχρι σήμερα τα πλείστα σχολεία της Κύπρου είναι κτισμένα σε εκκλησιαστική γη ή με δαπάνες της Εκκλησίας.
Το πρώτο Σύνταγμα του νεοελληνικού κράτους το οποίο ψηφίστηκε στην Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου, έρχεται να επιβεβαιώσει αυτή την ταυτότητα. Λέει λοιπόν το Σύνταγμα της Επιδαύρου: «Όσοι αυτόχθονες κάτοικοι της Επικράτειας της Ελλάδος πιστεύουσιν εις Χριστόν, εισίν Έλληνες»! Τα σχόλια περιττεύουν. Και η σαφήνεια αυτής της διατύπωσης, που έγινε στα 1822, είναι πολύ πιο προχωρημένη ακόμα και από τον ορισμό έδωσε ο Ισοκράτης για τους Έλληνες ως τους «της ελληνικής παιδείας μετέχοντες». Κριτήριο λοιπόν της ταυτότητας μας -σε τελευταία ανάλυση- είναι μια προσωπική σχέση. Η σχέση με το πρόσωπο του Χριστού.
Όμως, το συμπαγές αυτής της ταυτότητας, έμελλε να κλονιστεί σοβαρά μετά το 18ο αιώνα. Η γαλλική επανάσταση, η άνοδος της αστικής τάξης, οι γενικότερες κοινωνικές και οικονομικές ανακατατάξεις στον ευρωπαϊκό χώρο, δεν αφήνουν ανεπηρέαστη την ταυτότητα της ρωμηοσύνης. Η αναζητούμενη από τις βαλκανικές εθνότητες πολιτική ανεξαρτησία στρέφεται ενάντια στην εθναρχική δικαιοδοσία της Εκκλησίας. Παράλληλα, μέσα από την έντονη δραστηριοποίηση των Φαναριωτών στην παιδεία καθώς και με την εξάπλωση της τυπογραφίας, εισάγονται σταδιακά δυτικές επιρροές στην παιδεία και το παραδοσιακό ήθος. Σε όλα τα αστικά κέντρα και τη διασπορά, η ιδεολογία του διαφωτισμού κερδίζει σταδιακά έδαφος εις βάρος της παράδοσης.
Ο Διαφωτισμός, ως ανανεωτική ιδεολογία που κατέκλυζε την Ευρώπη εκείνη την εποχή, διεισδύει και στον ελληνικό χώρο. Ήδη τη στιγμή της ελληνικής επανάστασης, στον χώρο της άλλοτε συμπαγούς ρωμηοσύνης υπάρχουν δύο αντικρουόμενα ρεύματα. Με τον Κοραή και άλλους λογίους που σπούδασαν στην Ευρώπη, ο διαφωτισμός μεταφυτεύεται στον ελληνικό χώρο και αρχίζει να επηρεάζει τα ελληνικά πράγματα. Ορισμένα από τα συστατικά του στοιχεία -όπως η θρησκευτική αδιαφορία ή ακόμα και ο αθεϊσμός, η απολυτοποίηση της επιστήμης και της θετικής γνώσης, ο ατομισμός- είναι αναιρετικά της παραδοσιακής ελληνορθόδοξης ταυτότητας. Εκτός από τη νοοτροπία της μειονεξίας απέναντι στη Δύση, με το Διαφωτισμό εισάγεται μια μόνιμη αντίφαση στο σώμα του Ελληνισμού, η οποία μας συνοδεύει μέχρι σήμερα.
Στο δεύτερο μισό του 18ου αιώνα, ως απάντηση στο κίνημα του διαφωτισμού εκδηλώθηκε το κίνημα των Κολλυβάδων. Φυσικά το όνομα «Κολλυβάδες» τους το έδωσαν σαρκαστικά οι αντίπαλοί τους. Επρόκειτο στην ουσία για μια σειρά από λόγιους μοναχούς του Αγίου Όρους, (όπως οι Άγιοι Νικόδημος ο Αγιορείτης, Μακάριος Νοταράς και Αθανάσιος Πάριος) που με την πλούσια συγγραφική τους δραστηριότητα να επαναδιατύπωσαν το 18ο αιώνα τη γνήσια ορθόδοξη παράδοση και επεχείρησαν έναν ορθόδοξο διαφωτισμό του γένους.
Η ρήξη, όμως, είχε ήδη διχάσει το γένος. Στη συλλογική ταυτότητα των Ελλήνων εισάγεται ένα είδος σχιζοφρένειας. Το οποίο όχι μόνο δεν υποχωρεί αλλά και ενισχύεται με την ίδρυση ενός νεοελληνικού κράτους που αποκόπτει την πλειοψηφία των Ρωμηών έξω από την νεοϊδρυθείσα Ελλάδα και στη συνέχεια με τη Βαυαροκρατία. Μέσα σ' αυτό το κλίμα, σχηματίζεται από το 19ο αιώνα και στη συνέχεια στερεώνεται η ιδέα του ελληνικού εθνικισμού, με βάση τη γνωστή ευρωπαϊκή συνταγή «ένα έθνος=ένα κράτος».
Η Μικρασιατική Καταστροφή, το 1922, που σύμφωνα με ορισμένους υπήρξε η πραγματική άλωση της Ρωμανίας, ήρθε να ενισχύσει ακόμα παραπάνω τη στενή ιδέα του έθνους-κράτους και τον στενόμυαλο φυλετικό εθνικισμό. Στο πλαίσιο αυτού του τυφλού εθνικισμού, οι κάτοικοι της Αθήνας, των οποίων οι πρόγονοι μιλούν ακόμα Αλβανικά, αποκαλούσαν τους πρόσφυγες από τη Μικρασία «Τούρκους». Φαινόμενο που δοκιμάζουν μέχρι σήμερα οι Κωνσταντινουπολίτες, ή ακόμα κι εμείς οι Κύπριοι όταν πάμε στην Αθήνα.
Ο κλειστός ορίζοντας του νεοελληνικού κράτους και η αδυναμία να δούμε την ελληνική ταυτότητα πέρα από φυλετικά ή κρατικά κριτήρια, οδήγησε τον Ελληνισμό στις μεγαλύτερες τραγωδίες. Ο εθνικισμός, που βασίζεται στην καθαρότητα της φυλής και τη φυλετική συνέχεια, είναι ένα φαινόμενο ασύμβατο με τη σύνολη ιστορία του γένους μας. Άνκαι επεκράτησε ως ιδεολογία πρόσφατα, ωστόσο στάθηκε η αιτία των μεγαλύτερων καταστροφών που υπέστη ο Ελληνισμός. Και η εμπειρία της Κύπρου, την οποία ζήσαμε από πρώτο χέρι, δεν χρειάζεται νομίζω άλλες επεξηγήσεις.
Η ενίσχυση των αρχών του διαφωτισμού, ο εκδυτικισμός της ελληνικής κοινωνίας και η επικράτηση του εθνικισμού τον εικοστό αιώνα, είχαν ως αποτέλεσμα να αδρανήσουν τα ρωμαίικα κριτήρια. Έτσι η Ορθοδοξία, που κάποτε ήταν η πεμπτουσία της ταυτότητας του Ελληνισμού, αρχίζει να εκλαμβάνεται ως ένα πλαίσιο ηθών και εθίμων, χρήσιμων μεν, αλλά μόνο για τη διάσωση του εθνικού φρονήματος. Οι τεράστιοι ξεριζωμοί που γνώρισε ο Ελληνισμός τον 20ο αιώνα, αλλά και η τραγική μοίρα της Κύπρου, συνδέονται με αυτή την νοοτροπία.
Έτσι, διαπιστώνουμε ένα μεγάλο παράδοξο. Η διάλυση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και η δουλεία στους Τούρκους, δεν μπόρεσαν να νεκρώσουν τον Ελληνισμό. Αντίθετα, η απελευθέρωση απέδειξε ότι η ελευθερία μπορεί να γίνει καταστροφική αν η ψυχή χάσει την αυτοσυνειδησία της.

Σήμερα, στον 21ο αιώνα, που με τη λεγόμενη «παγκοσμιοποίηση» τα σύνορα αδυνατίζουν και οι παλιοί περιορισμοί καταρρέουν, βρισκόμαστε και πάλι μπροστά σε μια νέα πραγματικότητα. Μια «παγκοσμιότητα» που δεν έχει ως κέντρο της την Εκκλησία, όπως η ρωμαίικη οικουμένη, ούτε το «μιλέτ», όπως η οθωμανική. Αλλά το χρήμα, την κατανάλωση και τη θεοποίηση της ύλης. Σ' αυτές τις συνθήκες, λοιπόν ποια είναι η ταυτότητα μας;
Ήδη τα κριτήρια που μας κληροδότησε ο προηγούμενος αιώνας αποδεικνύονται τραγικά ανεπαρκή. Αν επιμείνουμε στον εθνοφυλετισμό, διαπιστώνουμε ότι ο μέσος Έλληνας καταναλωτής δεν διαφέρει σε τίποτα από τον αντίστοιχο Αμερικάνο ή Σουηδό. Έχουν τον ίδιο πολιτισμό. Όσο για τη γλώσσα, όλοι λίγο πολύ μιλούν την Αγγλική. Αν θεωρήσουμε ως κριτήριο ταυτότητας το κράτος, θα εκπλαγούμε και πάλι. Διότι η Κύπρος και η Ελλάδα δεν είναι πια οι ομοιογενείς κοινωνίες που ήσαν άλλοτε. Ο γείτονάς μας σήμερα μπορεί να είναι άθεος, ή μπορεί να μη μιλά καν Ελληνικά, αφού πολλοί συμπατριώτες μας προτιμούν αγγλόφωνα σχολεία. Ποιος λοιπόν είναι ο συνεκτικός μας δεσμός πέρα από την κατανάλωση.
Μ' αυτό τον τρόπο ξαναγυρίζουμε στο κριτήριο της κοινής πίστης. Και όπως αδυνατίζουν τα σύνορα και οι περιορισμοί, ειδικά στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αναδύεται ξανά η αντίληψη του γένους των Ορθοδόξων που δεν περιορίζεται από διαβατήρια και φυλετική καταγωγή. Αυτή πιστεύω είναι και η πρόκληση που έχει να αντιμετωπίσει σήμερα η Εκκλησία μας. Ως κιβωτός της ταυτότητας και της γλώσσας μας, πρέπει να κατατείνει στον ανα-προσανατολισμό της σύγχρονης πραγματικότητας.
Χωρίς, εννοείται, να νοσταλγεί την εθναρχία ή το βυζάντιο, ή το όποιο άλλο παρελθόν. Ο σύγχρονος κόσμος δεν περιμένει από την Εκκλησία να λειτουργεί ως κράτος εν κράτη. Αλλά ως άλας της σύγχρονης πραγματικότητας. Από εθναρχούσα που ήταν κάποτε να συνεχίσει ως Εκκλησία παιδαγωγούσα. Ξεκινώντας δηλαδή από τα δεδομένα που έχει μπροστά της, να επιδιώκει έναν προσανατολισμό του κόσμου προς την εξ ύψους Ανατολήν, που είναι ο Χριστός. Η παγκοσμιοποίηση, πέρα από τις γνωστές αρνητικές πλευρές της, έχει το πλεονέκτημα ότι καθιστά ανεδαφικές πολλές από τις ψευδαισθήσεις μας. Και από αυτή την άποψη είναι μια γόνιμη περίοδος. Σ' έναν κόσμο όπου όλα πωλούνται και αγοράζονται, η Εκκλησία έχει να δώσει αυτό που δεν αποκτάται με χρήματα, το «εν ου εστί χρεία». Και μ' αυτό τον τρόπο, διακονεί και διαφυλάσσει την ταυτότητα του Ελληνισμού.
Θα ήθελα να κλείσω μ' ένα απόσπασμα από ένα ανέκδοτο ποίημα του Αλεξανδρινού Κωνσταντίνου Καβάφη. Ο οποίος βιώνοντας αυτή την οικουμενική ευρύτητα του Ελληνισμού, (ενός Ελληνισμού που είναι πρωτίστως πολιτισμός και γλώσσα, κι όχι κράτος και σύνορα), την εκφράζει σ' ένα καλοστημένο ποίημα με τον τίτλο: «Επάνοδος από την Ελλάδα »
Ώστε κοντεύουμε να φθάσουμ` Έρμιππε.
Μεθαύριο, θαρρώ. Έτσ` είπε ο πλοίαρχος.
Τουλάχιστον στην θάλασσά μας πλέουμε.
Νερό της Κύπρου, της Συρίας, και της Αιγύπτου,
αγαπημένα των πατρίδων μας νερά.
Γιατί έτσι σιωπηλός: Ρώτησε την καρδιά σου
όσο που απ` την Ελλάδα μακρυνόμεθαν
δεν χαιρόσουν και συ: Αξίζει να γελοιούμαστε: -
αυτό δεν θάταν βέβαια ελληνοπρεπές.

Ας την παραδεχθούμε την αλήθεια πια.
Είμεθα Έλληνες κ` εμείς - τι άλλο είμεθα: -
αλλά με αγάπες και με συγκινήσεις της Ασίας,
αλλά με αγάπες και με συγκινήσεις
που κάποτε ξενίζουν τον ελληνισμό.
Δεν μας ταιριάζει, Έρμιππε, εμάς τους φιλοσόφους
να μοιάζουμε σαν κάτι μικροβασιλείς μας
(θυμάσαι που γελούσαμε με δαύτους
σαν, επισκέπτονταν τα σπουδαστάριά μας)
που κάτω απ` το εξωτερικό τους το επιδεικτικά
ελληνοποιημένο, και (τι λόγος) μακεδονικό
καμιά Αραβία ξεμυτίζει κάθε τόσο
καμιά Μηδία που δεν περιμαζεύεται,
και με τι κωμικά τεχνάσματα οι καυμένοι
πασχίζουν να μη παρατηρηθεί.
Ά όχι δεν ταιριάζουνε σ` εμάς αυτά.
Σ` Έλληνας σαν κ` εμάς δεν κάνουν τέτοιες μικροπρέπειες.
Το αίμα της Συρίας και της Αιγύπτου
που ρέει μες στες φλέβες μας να μη ντραπούμε,
να το τιμήσουμε και να το καυχηθούμε.

Η Ορθόδοξη εκκλησιαστική παράδοση ως φορέας της ελληνικής γλώσσας και ταυτότητας.
Μητροπολίτου Μόρφου Νεοφύτου
Ομιλία σε εκδήλωση του Παγκυπρίου Πολιτιστικού Συλλόγου στη Λεμεσό την 6ηΦεβρουαρίου 2004, επ' ευκαιρία της εορτής των Τριών Ιεραρχών.